- αίτημα
- τό1) просьба, требование, запрос; претензия; 2) филос., мат. постулат
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
αἴτημα — request neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αίτημα — Ό,τι ζητά κανείς, η απαίτηση. (Μαθημ., Φυσ.) Θεμελιώδης πρόταση που μπορεί με τη βοήθεια υποθέσεων και ορισμών να χρησιμεύσει ως βάση για την οικοδόμηση μιας θεωρίας ή για την εξήγηση μιας σειράς πράξεων ή φαινομένων. Το α., σε αντίθεση με το… … Dictionary of Greek
αίτημα — το, ατος 1. ό,τι ζητά κανείς προφορικά ή γραπτά: Η σύγκλητος του πανεπιστημίου μελετά τα αιτήματα των φοιτητών. 2. (στη φιλοσοφία και στα μαθηματικά), πρόταση που η αλήθεια της δεν αποδεικνύεται θεωρητικά, δε διαψεύδεται όμως και από τα πράγματα … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
αἴτημ' — αἴτημα , αἴτημα request neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αἰτημάτων — αἴτημα request neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αἰτήμασι — αἴτημα request neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αἰτήμασιν — αἴτημα request neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αἰτήματα — αἴτημα request neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αἰτήματι — αἴτημα request neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αἰτήματος — αἴτημα request neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ελλάδα και Ευρωπαϊκή Ένωση — ΟΙ ΣΧΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ/ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ Η αφετηρία Η δημιουργία της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας το Μάρτιο του 1957, ύστερα από την υπογραφή της σχετικής συνθήκης στη Ρώμη από τη Γαλλία, την Ομοσπονδιακή… … Dictionary of Greek